- ἐθνοπάτωρ
- -ορος ὁ N 3 0-0-0-0-1=1 4 Mc 16,20father of the nation, father of our nation; neol.
Lust (λαγνεία). 2014.
Lust (λαγνεία). 2014.
εθνοπάτωρ — ἐθνοπάτωρ, ο (Α) πατέρας τού έθνους … Dictionary of Greek
έθνος — Τίτλος εφημερίδων. 1. Ημερήσια αθηναϊκή καθημερινή εφημερίδα με εκδότη τον Σπυρίδωνα Νικολόπουλο (1913), ο οποίος διετέλεσε διευθυντής της έως τον θάνατό του (1938). Έπειτα από διάφορες διακοπές της έκδοσής της, που οφείλονταν στην οξύτητα των… … Dictionary of Greek